Ποσοστό και απόδοση στο στοίχημα
Με πόσα στα πόσα είναι κερδισμένος ένας παίκτης; Ποιο είναι το ποσοστό που όταν το υπερβαίνεις είσαι κερδισμένος; Η απάντηση σ’ αυτό το φαινομενικά απλό ερώτημα είναι τόσο σύνθετη, όσο και το ίδιο το παιχνίδι. Και η καταλληλότερη απάντηση είναι ότι… δεν υπάρχει απάντηση. Τουλάχιστον αν δεν γνωρίζουμε τον μέσο όρο αποδόσεων, στον οποίο στοχεύει κάθε παίκτης.
Το ποσοστό επιτυχίας είναι ένας από τους πιο εύκολους τρόπους για να υπερηφανευτεί κάποιος χωρίς πραγματικά να το αξίζει. Πόσες φορές δεν έχετε διαβάσει διθυραμβικούς τίτλους από «ειδικούς» του στοιχήματος, όπως «σαρώσαμε με 6/7 σωστές προβλέψεις» ή «πέρασαν τα 4/5 από το σύστημά μας»! Ποσοστά επιτυχίας που αγγίζουν το τέλειο, όμως στο μυαλό του σωστού παίκτη δεν πρέπει να λένε τίποτα, αν δεν συνδυάζονται και με τις αποδόσεις των κερδισμένων ματς. Διότι αν κάνει κάποιος 6/7 προβλέψεις με μέσο όρο αποδόσεων 1,15 θα βγει χαμένος!
Όλα εξαρτώνται από τις αποδόσεις
Δουλειά του παίκτη δεν είναι μόνο να επιλέγει νικητές, όπως νομίζουν οι πολλοί, αλλά να πληρώνεται τέτοια απόδοση σε κάθε νίκη του που το ποσοστό επιτυχίας της πρόβλεψης να του αποφέρει κέρδος. Έτσι π.χ. δεν είναι ασυνήθιστο ένας παίκτης με συνολικό ποσοστό επιτυχίας 65%, δηλαδή να βρίσκει το νικητή σε δύο από τους τρεις αγώνες που παίζει, να βγαίνει μακροπρόθεσμα χαμένος κι ένας άλλος με πολύ χαμηλότερο ποσοστό σωστών προβλέψεων να αποκομίζει κέρδος. Όλα εξαρτώνται από τις αποδόσεις.
Αν κάποιος ποντάρει σε φαβορί με μέσο όρο αποδόσεων 1,50 κι έχει μέσο όρο κάτω από 65% στις προβλέψεις του θα βγει μακροπρόθεσμα χαμένος. Κι αυτό διότι αν κερδίσει π.χ. έξι από τους δέκα αγώνες του με δέκα ευρώ τον καθένα θα λάβει 6Χ5=30 ευρώ. Οι τέσσερις αγώνες, όμως, που θα χάσει θα του κοστίσουν 40 ευρώ. Στη δεκάδα αγώνων, δηλαδή, έχει χασούρα ίση με το 10% του αρχικού του κεφαλαίου.
Αντίθετα, αν κάποιος ασχολείται π.χ. με αποδόσεις αουτσάιντερ και παίζει με μέσο όρο 2,60 χρειάζεται μόνο τέσσερις στις δέκα σωστές προβλέψεις για να είναι μακροπρόθεσμα κερδισμένος. Διότι από τα κερδισμένα του θα λάβει 4Χ16=64 ευρώ και θα χάσει 60 ευρώ από τα χαμένα. Το ισοζύγιο μπορεί να βγει θετικό και με πολύ χαμηλά ποσοστά.
Το ποσοστό νίκης ΔΕΝ είναι το ποσοστό κέρδους!
Το λάθος ψυχολογίας που κάνουν οι περισσότεροι παίκτες είναι ότι συγχέουν το ποσοστό νίκης με το ποσοστό κέρδους. Πράγματι αν κάποιος επικεντρωθεί σε αποδόσεις φαβορί και ποντάρει σ’ αυτές συστηματικά έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να νικήσει μεγαλύτερο αριθμό αγώνων. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα βγει και μακροχρόνια κερδισμένος.
Θεωρητικά η πιθανότητα κέρδους είναι ίδια σε όλες τις αποδόσεις, αφού το τίμημα που πληρωνόμαστε σε μεγάλες αποδόσεις είναι πολύ μεγαλύτερο κι έτσι πιο εύκολα καλύπτουμε την όποια χασούρα έχει προκύψει από τις λανθασμένες επιλογές.
Θέμα ψυχοσύνθεσης και ταλέντου
Αποτελεί, λοιπόν, μέρος της ψυχοσύνθεσης του καθενός το πώς θα παίξει, αλλά και του «ταλέντου» του στο παιχνίδι. Άλλοι είναι καλύτεροι στο να πετυχαίνουν σωστά μικρές αποδόσεις με μεγάλα ποσοστά επιτυχίας, άλλοι με μερικές «μεγάλες» νίκες (σε μεγάλες αποδόσεις, δηλαδή, ακόμα και διψήφιες) μπορούν μεν να κερδίζουν μια φορά στις επτά ή τις οκτώ που παίζουν, αλλά και πάλι βγαίνουν μακροχρόνια κερδισμένοι. Το θέμα είναι τι ταιριάζει στον καθένα, ψυχολογικά και οικονομικά.
Το παιχνίδι με τις μικρές αποδόσεις απαιτεί απόλυτη προσήλωση. Ακόμα και τότε τα λάθη, αν και λίγα, πληρώνονται πανάκριβα, άρα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη πίεση για νίκη σχεδόν κάθε φορά που τοποθετεί κάποιος τα χρήματά του. Το στοίχημα στις μεγάλες αποδόσεις απαιτεί γερό στομάχι (ώστε να μην υπάρξει απογοήτευση από σερί χαμένων στοιχημάτων) και γερό πορτοφόλι (για να αντέξει η «κάβα» από τυχόν συνεχόμενες απώλειες).
Για περισσότερη στοιχηματική θεωρία επισκεφθείτε το bookmakers.gr